Mέθοδος M2

Μέθοδος SPE/GC-FID για την ανίχνευση των ελεύθερων και των εστεροποιημένων στερολών
 

Τα παρθένα ελαιόλαδα είναι από τα κύρια συστατικά της Mεσογειακής διατροφής. Για το λόγο αυτό, μπορεί να είναι αρκετά ακριβά προϊόντα, ενώ οι νοθείες αποτελούν συχνό φαινόμενο. Για παράδειγμα, τα EVOO συχνά αραιώνονται με άλλα ελαιόλαδα κατώτερης ποιότητας ή με φθηνότερα φυτικά έλαια, όπως τα σπορέλαια. Σε αυτό το πλαίσιο, η αναλυτική αξιολόγηση της σύνθεσης των στερολών είναι ένα καθιερωμένο εργαλείο για την αξιολόγηση της καθαρότητας των ελαιολάδων, καθώς εξαρτάται από τη βοτανική προέλευση των ελαίων. Οι διαθέσιμες μέθοδοι (COI/T.20/Doc. Nº 26, Reg. (CEE) 2568/1991, Annex XIX) είναι κατάλληλες για τον προσδιορισμό της συνολικής σύστασης των στερολών, χωρίς να εξαρτάται από το εάν αυτές είναι σε ελεύθερη ή σε εστεροποιημένη μορφή. Σε διαφορετικά φυτικά έλαια, οι στερόλες μπορούν να κατανεμηθούν διαφορετικά μεταξύ αυτών των δύο μορφών.

Για τους λόγους αυτούς, έχει προταθεί μια νέα αναλυτική μέθοδος για τον προσδιορισμό τόσο των ελευθέρων, όσο και των εστεροποιημένων δευτερογενών συστατικών (κηροί, αλκυλεστέρες, ελεύθερες λιπαρές αλκοόλες, ελεύθερες και εστεροποιημένες στερόλες, ελεύθερες και εστεροποιημένες τριτερπενικές αλκοόλες, στυρένια, ελεύθερες και εστεροποιημένες τοκοφερόλες) των ελαιολάδων και σπορελαίων. Η μεθοδολογία, η οποία επικεντρώνεται όχι μόνο στην ανίχνευση ελεύθερων και εστεροποιημένων στερολών, αλλά και ορισμένων χαρακτηριστικών τριτερπενικών αλκοολών, θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως εργαλείο ελέγχου για την ανίχνευση της νοθείας με σπορέλαια.
 

Η διαδικασία είναι αρκετά απλή, γρήγορη και δεν απαιτεί ακριβή ή/και πολύπλοκη οργανολογία. Αποτελείται από μια άμεση παραγωγοποίηση των ελεύθερων στερολών σε δείγματα ελαίου που μετατρέπονται σε σίλυλο παράγωγα. Με αυτόν τον τρόπο, η πολικότητά τους γίνεται ίδια με αυτή των εστεροποιημένων στερολών. Το δείγμα ελαίου συνεπώς κλασματώνεται για την απομάκρυνση των τριακυλγλυκερολών και άλλων παρεμποδίσεων του υποστρώματος με εκχύλιση στερεάς φάσης, ενώ το κλάσμα που περιέχει ελεύθερες και εστεροποιημένες στερόλες αναλύεται με τριχοειδή αέρια χρωματογραφία και έγχυση στη στήλη. Η μέθοδος έχει τη δυνατότητα να ανιχνεύει μη επιτρεπόμενα μείγματα ελαιολάδου και άλλων φυτικών ελαίων με βάση τα αποτελέσματα που εκφράζονται ως ποσοστά ή απόλυτη συγκέντρωση σε ελεύθερες και εστεροποιημένες μορφές. Πρέπει να τονιστεί, ωστόσο, ότι η προτεινόμενη μέθοδος δεν προορίζεται να αντικαταστήσει τη μέθοδο ολικών στερολών (COI/T.20/Doc. Nº 26, Reg. (CEE) 2568/1991, Annex XIX), δεδομένου ότι παρέχουν διαφορετικές πληροφορίες. Οι δύο μέθοδοι θα μπορούσαν να είναι συμπληρωματικές και να χρησιμοποιούνται μαζί για την απόκτηση περισσότερων πληροφοριών σχετικά με τη φύση του δείγματος ελαίου και επομένως να ενισχύσουν τις διαθέσιμες αναλυτικές μεθόδους για τον περιορισμό της νοθείας.

 

Η αναλυτική διαδικασία έχει επικυρωθεί εσωτερικά με ικανοποιητική ενδοεργαστηριακή πιστότητα με RSDr που κυμαίνεται μεταξύ 3-6%. Στη συνέχεια, εκτελέστηκε το πρώτο μέρος επικύρωσης της μεθοδολογίας σε διεθνές επίπεδο. Για τον σκοπό αυτό, δέκα Ευρωπαϊκά εργαστήρια, τα οποία έλαβαν δύο διαφορετικά δείγματα ελαιολάδου, συμμετείχαν στην αρχική «προ-δοκιμαστική» μελέτη. Οι συμμετέχοντες έλαβαν μια Τυποποιημένη Διαδικασία Λειτουργίας (SOP) καθώς και οδηγίες για την προετοιμασία και αποθήκευση των δειγμάτων. Η διεργαστηριακή πιστότητα ήταν υποδεέστερη από αυτήν που βρέθηκε στην εσωτερική επικύρωση. Ωστόσο, πολλές από τις αιτίες αυτών των ανώμαλων αποτελεσμάτων έχουν εντοπιστεί και έχουν ληφθεί διορθωτικά μέτρα για την τελική δοκιμή αξιολόγησης. Ελήφθησαν επίσης πολύτιμα σχόλια από τους συμμετέχοντες σχετικά με την περιγραφή λεπτομερειών που πρέπει να δηλώνονται από τα εργαστήρια που συμπεριλήφθηκαν στην SOP για την σωστή πραγματοποίηση της τελικής δοκιμής αξιολόγησης, ώστε να εκτιμηθεί καλύτερα εάν τα αποτελέσματα που θα αναφέρουν τα εργαστήρια ακολουθούν σωστά την SOP.
 

Η προ-δοκιμή έχει εντοπίσει επιτυχώς τις αιτίες των παρεκκλίσεων που παρατηρούνται στα αποτελέσματα και επέτρεψε την εισαγωγή αρκετών βελτιώσεων, δίνοντας ελπίδες για το ότι τα δεδομένα σχετικά με την επίδοση της μεθόδου κατά την τελική δοκιμή αξιολόγησης, η οποία πρόκειται να ξεκινήσει τον Σεπτέμβριο του 2020, θα είναι ικανοποιητικά.

 

Για το University of Udine (Πανεπιστήμιο του Ούντινε): Paolo Lucci